Επισκεφθείτε μας: Κέντρο Αθήνας, Σταθμός Λαρίσης, Οδός Χωματιανού 31 (Πλησίον Μετρό) --- info@ziamparas.gr --- Καλέστε μας: 210 82 18 945 ή 6975 127 045

ΒΙΑΣΜΟΣ ΑΠΟΠΛΑΝΗΣΗ – ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ

Βιασμός, αποπλάνηση, ασέλγεια και λοιπά σεξουαλικά εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής. Αξίζει οπωσδήποτε να επισημανθεί ότι τα επονομαζόμενα ως «σεξουαλικά εγκλήματα» («sexual crimes») υπήρξαν σαφέστατα πάντοτε ένας χώρος «διαπλοκής» των κομβικής σημασίας εννοιών του δικαίου και της «ηθικής» («morality»). Ανάλογα δε βέβαια και με το κάθε σύστημα αξιολόγησης της ερωτικής ζωής («sexual life») του κάθε ανθρώπου, που ακολουθείτο σε κάθε κοινωνία, δηλαδή είτε το πιο αυστηρό, είτε το πιο φιλελεύθερο, παρατηρεί κανείς ασφαλώς και την αντίστοιχη διαμόρφωση των κανόνων που ρυθμίζουν τα συγκεκριμένα επονομαζόμενα ως «σεξουαλικά εγκλήματα» («sexual crimes»). Ο δικηγόρος ποινικολόγος Ζιαμπάρας Δημήτρης έχει σημαντική εμπειρία στον χειρισμό τέτοιων ευαίσθητων υποθέσεων. 

ΑΘΩΩΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

Επιτυχημένη αθωωτική απόφαση του γραφείου μας σε υπόθεση παιδικής πορνογραφίας από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών: Αποφαση Αθωος Παιδικη πορνογραφια Μικτο Ορκωτο Δικαστηριο.

Εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής

Αμέσως παρακάτω παρουσιάζουμε τα εγκλήματα του 19ου κεφαλαίου του Ποινικού μας Κώδικα, που τιτλοφορείται: «Εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής». Το 1984 επήλθε μια ριζική μεταρρύθμιση των σχετικών εγκλημάτων και των όρων τους: μέχρι τότε ο τίτλος του 19ου κεφαλαίου μνημόνευε τα «ήθη» ως προστατευόμενο έννομο αγαθό. Η έννοια των ηθών διαπότιζε αναγκαία και την ερμηνεία των αξιολογικών όρων των σχετικών εγκλημάτων (π.χ. ασέλγεια, ακόλαστη πράξη, αιδώς). Η επέμβαση του νομοθέτη αναμόρφωσε και τον τίτλο του αντίστοιχου κεφαλαίου. Ο τελευταίος αναφέρεται, τουλάχιστον εν μέρει, σε ένα σαφές και κοινής αποδοχής έννομο αγαθό: στη γενετήσια ελευθερία, ως ειδική μορφή ελευθερίας. Ήταν πραγματικά στροφή ιστορικής σημασίας.

Δεν υπάρχει άλλη κατηγορία εγκλημάτων, όπου οι μεταβολές να ανατρέπουν τύπους και αντιλήψεις αξιοποίνου με ηλικία χιλιετιών. Για παράδειγμα, στους πλείστους από τους γνωστούς πολιτισμούς της αρχαιότητας, η παρθενοφθορία αποτελούσε πράξη που τιμωρούνταν και μάλιστα με θάνατο. Αντίστοιχες ρυθμίσεις ίσχυαν αδιαλείπτως και επιβίωναν στις δυτικές και στις ανατολικές νομοθεσίες μέχρι το πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Ο Ποινικός Νόμος που ίσχυε στη χώρα μας μέχρι το έτος 1950 τιμωρούσε (άρθρο 274 Α) ως έγκλημα την «φθορά κόρης αμέμπτων ηθών». Τα προς απόδειξη θέματα σε αντίστοιχες δίκες της περιόδου του μεσοπολέμου φαντάζουν κωμικά σε όσους σήμερα αναδιφούν νομικά περιοδικά με ποινικές αποφάσεις της εποχής εκείνης.

Ασέλγεια κατά ανηλίκων

Τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, όπως η ασέλγεια κατά ανηλίκων είναι πολύ πιο συχνά από όσο θα νόμιζε κανείς. Εκτός από τις περιπτώσεις που απασχολούν κατά καιρούς τις εφημερίδες υπάρχουν πολλές περιπτώσεις στην καθημερινή ζωή που δεν παίρνουν δημοσιότητα και πολλές φορές δεν καταγγέλλονται καν επειδή το θύμα ντρέπεται και φοβάται τον στιγματισμό.

Συχνές δε είναι οι περιπτώσεις που τα αδικήματα αυτά ( ασέλγεια ανηλίκων, βιασμός κλπ ) διαπράττονται κατά ανηλίκων οπότε ο νομοθέτης είναι ιδιαίτερα αυστηρός. Συγκεκριμένα στο άρθρο 339 του Νέου Ποινικού Κώδικα, το οποίο τιτλοφορείται : «γενετήσιες πράξεις με ανηλίκους ή ενώπιον τους», η ηλικία του θύματος παίζει μεγάλο ρόλο στην ποινική αντιμετώπιση του δράστη. Αν το θύμα είναι κάτω των 14 ετών τότε το αδίκημα της ασέλγειας κατά ανηλίκου είναι κακούργημα. Αν το θύμα είναι άνω τότε το αδίκημα της ασέλγειας κατά ανηλίκου είναι πλημμέλημα.

Ως γενετήσιες πράξεις που τιμωρούνται δεν εννοείται η πλήρης σεξουαλική πράξη ( συνουσία ) αλλά και πράξεις όπως θωπείες στα γεννητικά όργανα, αυνανισμός κλπ.

Παρότι η πιο συνηθισμένη περίπτωση είναι η περίπτωση που ο ανήλικος ντρέπεται να καταγγείλει τις ασελγείς πράξεις, έχουν υπάρξει και περιπτώσεις που ένας ανήλικος <<υπερβάλλει>> στα όσα καταγγέλλει ή έχει παρερμηνεύσει τις κινήσεις του <<δράστη>> ή σε περίπτωση εφήβων προβαίνει στην καταγγελία για λόγους εκδίκησης. Ενδεικτικά, δράστης του εγκλήματος μπορεί να είναι οποιοδήποτε πρόσωπο συμπεριλαμβανομένων και των ανηλίκων, ενώ δεν εξαιρείται ο σύζυγος ή ο μόνιμος σύντροφος του ανηλίκου. Δεν ενδιαφέρει, εν προκειμένω, αν το θύμα είχε ήδη στο παρελθόν σεξουαλικές εμπειρίες.

Θεμελιώδες στοιχείο προκειμένου να στοιχειοθετηθεί το έγκλημα  των γενετήσιων πράξεων ( ασέλγεια ) με ανήλικο ή ενώπιον του, είναι η γενετήσια ή ασελγής πράξη η οποία ενεργείται προς, ή τελείται από τον ανήλικο ή, τέλος, αυτός παρίσταται κατά την τέλεσή της.

Υπάρχουν τρεις τρόποι για να τελεστεί το έγκλημα της αποπλάνησης παιδιών: α) Ο πρώτος τρόπος συνίσταται στην ενέργεια ασελγούς πράξης με πρόσωπο νεότερο των 15 ετών. β) Ο δεύτερος τρόπος περιλαμβάνει την παραπλάνηση αυτού του ανηλίκου, ώστε, είτε να γίνει αυτός ο «δράστης» της ασελγούς πράξης, είτε να υποστεί ο ίδιος ο ανήλικος την ασελγή πράξη από κάποιον άλλον τρίτο. γ) Ο τρίτος δε τρόπος συνίσταται στην εξώθηση ανηλίκου που δε συμπλήρωσε τα 15 έτη, στο να παρίσταται σε γενετήσια πράξη μεταξύ άλλων, χωρίς να συμμετέχει σε αυτήν.

Όσον αφορά τον πρώτο τρόπο τέλεσης του εγκλήματος, είναι απαραίτητη η επαφή με το σώμα του ανηλίκου. Η «ενέργεια» του δράστη δεν απαιτεί την άσκηση βίας ή, οπωσδήποτε, τον εξαναγκασμό του ανηλίκου. Όπως γίνεται δεκτό από τη νομολογία,  η γενετήσια ή ασελγής πράξη μπορεί να λαμβάνει χώρα και με τη συναίνεση, πρωτοβουλία ή και πρόκληση του ανηλίκου.

Όσον αφορά τον δεύτερο τρόπο τέλεσης του εγκλήματος, η πραγμάτωσή του συντελείται μέσω της παραπλάνησης, ήτοι, με πειθώ, υποσχέσεις, δώρα ή άλλες παροχές προς τον ανήλικο, αλλά ακόμα και με απειλές ή εκφοβισμό. Το έγκλημα σε αυτή του τη μορφή πραγματώνεται όταν ενεργήσει ο ανήλικος ασελγή πράξη, είτε στον ίδιο τον εαυτό του (π.χ. αυνανισμός), είτε σε κάποιον τρίτο (εκτός του παραπλανούντα) και είτε όταν το υποστεί από κάποιον τρίτο, κατόπιν υποδείξεως του παραπλανούντα.

Όσον αφορά τον τρίτο τρόπο τέλεσης του εγκλήματος, έχει κριθεί από τη νομολογία ότι και μόνη η παρουσία και παρακολούθηση ασελγών πράξεων χωρίς συμμετοχή σε αυτές μπορεί να διαταράξει τον ψυχικό κόσμο του ανηλίκου και να βλάψει την σεξουαλική του ανάπτυξη. Σε αυτή τη περίπτωση, ο νομοθέτης τιμωρεί τον δράστη με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή αν ο ανήλικος είναι μικρότερος των δεκατεσσάρων ετών και με φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή αν έχει συμπληρώσει το δέκατο τέταρτο έτος της ηλικίας του.

Παρενόχληση

Για την τέλεση του εγκλήματος απαιτούνται ασελγείς χειρονομίες ή προτάσεις που αφορούν ασελγείς πράξεις. Ως ασελγείς χειρονομίες νοούνται πράξεις που περιέχουν σωματική επαφή και ανάγονται στη σφαίρα της γενετήσιας ζωής, χωρίς όμως να έχουν την ένταση των ασελγών πράξεων. Έτσι ένα φιλί στο στόμα ή ένα χάδι στο στήθος ή τους μηρούς θεωρείται ασελγής χειρονομία. Η πρόταση αντίθετα που αφορά ασελγείς πράξεις δεν περιέχει μεν σωματική επαφή, πρέπει όμως να αναφέρεται υποχρεωτικά στην τέλεση πράξεων αυξημένης βαρύτητας στον χώρο της γενετήσιας ζωής, όπως είναι η συνουσία ή τα υποκατάστατά της. Επομένως, προτάσεις που αφορούν μικρότερης βαρύτητας πράξεις, όπως λ.χ. πρόταση για ένα φιλί, μόνον ως μορφές εξύβρισης μπορούν να αντιμετωπιστούν. Έτσι όμως γεννιούνται ήδη τα πρώτα προβλήματα. Στον Ποινικό Κώδικα οι διατάξεις των άρθρων 337 και 361 έχουν την ίδια ποινή. Η αρχή της αναλογικότητας, επιβάλλει ίσης βαρύτητας συμπεριφορές τελεσμένες υπό τους ίδιους όρους, να αντιμετωπίζονται με την ίδια ποινή. Αυτό όμως δεν είναι πλέον εφικτό, εφόσον οι όροι της εργασιακής απασχόλησης δεν λαμβάνονται υπόψη στα εγκλήματα κατά της τιμής.

Αναγκαία επίσης προϋπόθεση για να εφαρμοστεί η διάταξη του άρθρου 337 ΠΚ -και επομένως πλέον και η διάταξη για τη σεξουαλική παρενόχληση είναι να προσβάλλεται βάναυσα η αξιοπρέπεια του άλλου στο πεδίο της γενετήσιας ζωής. Βάναυση θεωρείται η προσβολή όταν γίνεται κατά τρόπο ιδιαίτερα αγενή και συνεπάγεται σοβαρή μείωση της τιμής. Το πότε ωστόσο η προσβολή είναι βάναυση αποτελεί ένα δύσκολα αποδείξιμο μέγεθος. Στον εργασιακό όμως χώρο ελάχιστη σημασία έχει αν η προσβολή είναι πράγματι βάναυση ή όχι. Το στοιχείο αυτό δεν μπορεί να αξιολογηθεί με τον νέο νόμο, αφού τέτοιου είδους συμπεριφορές, μόνον ως μορφές εξύβρισης, με την περιορισμένη ποινή του άρθρου 361 ΠΚ μπορούν να αντιμετωπιστούν.

Με βάση επίσης τον νέο νόμο, για να υπάρχει σεξουαλική παρενόχληση πρέπει ο δράστης να ενεργεί τις πιο πάνω πράξεις, εκμεταλλευόμενος την εργασιακή θέση του παθόντος ή τη θέση προσώπου που έχει ενταχθεί σε διαδικασία αναζήτησης εργασίας. Εκμετάλλευση γίνεται δεκτό ότι υπάρχει όταν ο δράστης επωφελείται από μία κατάσταση, τη χρησιμοποιεί δηλαδή ως ευκαιρία για να πετύχει κάποιο σκοπό, χωρίς όμως να προϋποτίθεται κατ’ ανάγκη μια σχέση υπηρεσιακής εξάρτησης. Έτσι το έγκλημα μπορεί εξίσου να τελεστεί από ομοβάθμιους συναδέλφους ή πελάτες όπως και από ιεραρχικά ανώτερους. Με την εξομοίωση όμως αυτή παραβλέπεται πλήρως το γεγονός ότι στη δεύτερη περίπτωση η πράξη δεν προσβάλλει μόνο την αξιοπρέπεια του ατόμου, αλλά πρωταρχικά τη γενετήσια ελευθερία του.

Τέλος, η διάταξη για τη σεξουαλική παρενόχληση, όπως τελικά διαμορφώθηκε, δεν καλύπτει τη βαρύτερη μορφή της, τον σεξουαλικό, δηλαδή, εκβιασμό για την τέλεση των ασελγών πράξεων, όταν αυτός στηρίζεται σε κατάχρηση μιας υπηρεσιακής σχέσης εξάρτησης ή της ανάγκης για εύρεση εργασίας. Η συμπεριφορά αυτή εξακολουθεί λοιπόν να αντιμετωπίζεται με τις γενικές διατάξεις που υπήρχαν ήδη από τη θέσπιση του Ποινικού Κώδικα, η εφαρμογή των οποίων, όμως, αφενός δεν καλύπτει σε όλη του την έκταση το φαινόμενο και αφετέρου οδηγεί σε προφανώς άτοπα αποτελέσματα.

Περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης – ιδίως στο χώρο εργασίας – απασχόλησαν και τη νομολογία, η οποία πάγια δέχεται ότι είναι άκυρη ως καταχρηστική η καταγγελία συμβάσεως εργασίας αορίστου χρόνου η οποία έγινε διότι ο μισθωτός απέκρουσε σεξουαλική παρενόχληση εκ μέρους του εργοδότη ή προς συγκάλυψη της παρενόχλησης αυτής. Επίσης, κρίθηκε ότι με τη σεξουαλική παρενόχληση της εργαζόμενης εκ μέρους του διευθυντή της επήλθε ηθική μείωση και προσβολή της προσωπικότητάς της, με συνέπεια η εξακολούθηση της εργασίας της στο χώρο της επιχείρησης να αποβεί δυσχερής για αυτή. Συνακόλουθα, το δικαστήριο έκρινε ότι πρόκειται για δυσμενή μεταβολή των όρων εργασίας της παρενοχλούμενης εργαζόμενης και άτακτη καταγγελία της συμβάσεως εργασίας της εκ μέρους της εργοδότριας εταιρείας, με αποτέλεσμα να δικαιούται την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης. Πάντως, αποτελεί απολύτως προσμετρήσιμο μέγεθος για την κατάφαση της παρενόχλησης η ιστορικότητα της θέσης που έχει λάβει τα παρενοχλούμενο πρόσωπο στο συγκεκριμένο πλέγμα σχέσεων. Έτσι, έχει κριθεί ότι η προσφορά κάποιου δώρου ή κάποια φιλοφρονητική χειρονομία σε συνδυασμό με κάποιες διερευνητικές για τις διαθέσεις του άλλου συζητήσεις δεν αποτελούν επαρκή αποδεικτικά μέσα για την αποδοχή του ισχυρισμού περί σεξουαλικής παρενόχλησης, ιδίως όταν αυτό συνεπάγεται σημαντικές περιουσιακής φύσεως κυρώσεις.

Η αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης προϋποθέτει κατά κύριο λόγο την ανάπτυξη πολιτικών πρόληψης του φαινομένου και αυτές μπορούν να στηριχθούν μόνο σε ένα πραγματικό και ειλικρινές ενδιαφέρον της Πολιτείας να ανατρέψει τα παραδοσιακά στερεότυπα σχετικά με τον ρόλο των δύο φύλων. Στη συγκεκριμένη ωστόσο περίπτωση, το Κράτος, με τους εκπροσώπους, του έδειξε να αντιμετωπίζει την ψήφιση του νέου νόμου ως μία τυπική εκπλήρωση των υποχρεώσεών του έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μία τέτοια αντιμετώπιση δε δημιουργεί δυστυχώς αισιοδοξία σχετικά με την πολιτική που πρόκειται να ακολουθηθεί.

Exit mobile version